Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011

Μεμονωμένο περιστατικό, γενικευμένη παράνοια


 
Το πιο συναρπαστικό επάγγελμα στην Ελλάδα αυτήν την εποχή ξέρετε ποιό είναι; Δικηγόρος ΠΑE -
της Super League κατά προτίμηση και από τις λεγόμενες 'μεγάλες' ιδανικά.

Ναι, σωστά διαβάσατε. 'Νομικός εκπρόσωπος' των ομαδάρων μας. Γιατί, μέσα στη γενική γκρίνια και τη μιζέρια που έχει καθήσει από πάνω μας, πείτε μου εσείς ποιός άλλος επαγγελματίας έχει τη δυνατότητα στις μέρες μας να κάνει κάτι τόσο δημιουργικό, σχεδόν σε εβδομαδιαία βάση;

Υπάρχει μεγαλύτερη πρόκληση για έναν δικηγόρο από το να αποπειράται συνεχώς να κάνει το μαύρο, άσπρο; Nα προετοιμάζει την υπεράσπιση των εντολέων του σκοπεύοντας να βγάλει τυφλούς –αν όχι και τρελούς- χιλιάδες ανθρώπους που (για πόσο ακόμα, άραγε;…) επιμένουμε να παρακολουθούμε τις κακοπαιγμένες παραστάσεις τους;…Και όχι μόνο να μην κινδυνεύει να κατηγορηθεί για ασέβεια - δεν τίθεται τέτοιο θέμα ενώπιον της Πειθαρχικής Επιτροπής της Super League, φαντάζομαι -, αλλά να επιβραβεύεται τις περισσότερες φορές από τις αποφάσεις της ανωτέρω Επιτροπής;...

Καταλαβαίνω ότι οι καιροί είναι χαλεποί. Σίγουρα η θέση του νομικού συμβούλου σε ποδοσφαιρική ανώνυμη εταιρία εκτός από την άμεση ωφέλεια έχει και την έμμεση, με τη μορφή της προβολής, η οποία στο ελληνικό ποδόσφαιρο είναι διόλου ευκαταφρόνητη, μιας και οι συνεδριάσεις της Πειθαρχικής Επιτροπής είναι πλέον πιο αναμενόμενες και από τα ίδια τα παιχνίδια.

Αλλά, ο υπερβάλλων ζήλος έχει κι αυτός τα όριά του. Πόσο χαμηλά πρέπει να πέσεις 'επιχειρηματολογώντας'; Πόση επαγγελματική αξιοπρέπεια είσαι πρόθυμος να θυσιάσεις κάθε φορά στο όνομα της ‘υπερασπιστικής γραμμής’;…

Την εβδομάδα που τελειώνει είχαμε δύο τέτοιες περιπτώσεις όπου η απάντηση στα δύο παραπάνω ερωτήματα αποδεικνύεται ότι είναι «πολύ» και «πάρα πολλή».

Οι δικηγόροι του επίδοξου πρωταθλητή υποστήριξαν ότι τα επεισόδια μετά το «μεγάλο ντέρμπυ» αποτελούν «μεμονωμένο περιστατικό» που κράτησε μόνο 20’’, και κατηγόρησαν τον ποδοσφαιρικό εισαγγελέα ότι «παρασύρθηκε από δημοσιεύματα». Υπ’αυτήν τη λογική, τρέμω και μόνο στην ιδέα ότι κάποια στιγμή σε ελληνικά γήπεδα μπορεί να συμβούν και «ευρείας έκτασης επεισόδια». Αντιλαμβάνομαι, δε, ότι αν δεν συγκρατείτο ο διακεκριμένος νομικός, σε λίγο θα κατηγορούσε τους παίκτες της φιλοξενούμενης ομάδας ότι ξυλοφόρτωσαν τους πανηγυρίζοντες οπαδούς της γηπεδούχου…

Έτεροι ικανότατοι νομικοί ιστορικού αθηναϊκού σωματείου προέτρεψαν προφανώς τον κατηγορούμενο παίκτη της ομάδας τους και τον μάρτυρα υπεράσπισης να ισχυρισθούν ότι η γροθιά που δέχθηκε παίκτης της αντιπάλου από πίσω και είδε τον έναστρο αττικό ουρανό σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια, ήταν αποτέλεσμα…«μοντάζ». Αν είναι έτσι, τότε ο συγκεκριμένος μοντέρ εμφανέστατα αδικείται από τη θέση του στο συνδρομητικό κανάλι, καθώς συνάδελφοί του με λιγότερες καταφανώς ικανότητες χρυσοπληρώνονται στο Χόλυγουντ...

Αν ανατρέξει κανείς στο πρόσφατο παρελθόν, σίγουρα θα βρει πολλά ανάλογα- ίσως και πιο ακραία παραδείγματα- ευφάνταστης δικηγορίας. Αν υπάρχει ένα που ξεπερνάει τα όρια του κωμικοτραγικού και φτάνει άνετα στην ωμή αθλιότητα, είναι αυτό που συνέβη πριν από ένα περίπου χρόνο – πάλι μετά από «ντέρμπυ των αιωνίων». Όταν μια κοπέλα που πρωτοεργαζόταν ως σεκιούριτυ έχασε δύο δάχτυλα του χεριού της από κροτίδα, αλλά για τους δικηγόρους της γηπεδούχου ομάδας απλώς …έσπασε το νύχι της!...

Αναρωτιέμαι λοιπόν…αν είναι να ευτελίζεται με αυτόν τον τρόπο η διαδικασία της απονομής δικαιοσύνης, γιατί να χρυσοπληρώνουν οι ΠΑΕ δικηγόρους, και να μη στέλνουν ενώπιον των πειθαρχικών οργάνων τους ίδιους τους οπαδούς τους, που είτε ούτως ή άλλως προκαλούν οι ίδιοι το πρόβλημα,  είτε παίρνουν λαβή από κάτι τέτοιες μεγαλοφυείς αποστροφές και αναπαράγουν τα ίδια ή παρόμοια απίθανα επιχειρήματα κατά κόρον στα ραδιόφωνα, το ίντερνετ κλπ. προκαλώντας ακόμα περισσότερη πόλωση, ακόμη περισσότερη βία;!;!…

Όποιος σπέρνει ανέμους, θερίζει θύελλες, κύριοι. Κι αυτό, δεν μπορείτε να το αλλάξετε, ό,τι κι αν ισχυρισθείτε μπροστά στην Πειθαρχική Επιτροπή.

Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2011

Καθηλωτικός "Μαύρος Κύκνος"


H Νάταλι Πόρτμαν κατέκτησε μια θέση στην καρδιά μου το 2004, με το ρόλο της Σαμ, στο Garden State του Ζακ Μπραφ. Όσο για τον Ντάρεν Αρονόφσκυ, είχα εντυπωσιασθεί με τα δύο από τα τρία τελευταία φιλμ του (Requiem for a dream και Ο Παλαιστής).

Φυσικό ήταν λοιπόν να ενθουσιασθώ όταν πρωτοάκουσα  για τον ‘Μαύρο Κύκνο’ και χαίρομαι πλέον που οι υψηλές προσδοκίες μου επαληθεύτηκαν.

Η Νίνα Σάιερς  (Πόρτμαν) είναι η νεαρή, φιλόδοξη, τελειομανής μπαλαρίνα που ζει σ’ένα μικρό διαμέρισμα του Μανχάτταν με την υπερπροστατευτική μητέρα της (πολύ καλή η Μπάρμπαρα Χέρσεϋ) η  οποία, όπως πολλές μητέρες, έχει εναποθέσει στην κόρη της την εκπλήρωση των δικών της ονείρων ως χορεύτρια. 

Η ζωή της Νίνα  είναι το μπαλέτο – και μόνο. Δεν έχει φίλους ούτε άλλα ενδιαφέροντα. Αρχίζει όμως να νιώθει πως μεγαλώνει χωρίς να έχει κάνει το μεγάλο άλμα. Έτσι, όταν ο καλλιτεχνικός διευθυντής του θιάσου, Τομά, (ο Βίνσεντ Κασέλ, σε μια όχι πάντως από τις καλύτερές του στιγμές) αποφασίζει ν’ανεβάσει μια μοντέρνα εκδοχή της Λίμνης των Κύκνων  χωρίς τη συμμετοχή της ‘γηρασμένης’ πρίμα μπαλαρίνας του, Μπεθ (εξαιρετική όσο και αγνώριστη η Γουινόνα Ράιντερ), η Νίνα βλέπει τον πρωταγωνιστικό –διπλό-ρόλο ως τη μεγάλη της ευκαιρία. Έχει όμως ν’ανταγωνιστεί τη νεοφερμένη στο θίασο, Λίλυ (αποκάλυψη η Μίλα Κούνις), η οποία διαθέτει ακριβώς τα αντίθετα προσόντα από την ίδια – χορεύει με πάθος κι ενθουσιασμό, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα την τεχνική αρτιότητα.

Κάτω από την πίεση του Τομά, της μητέρας της αλλά και των δικών της φιλοδοξιών,  η Νίνα αρχίζει να λυγίζει  και σύντομα το όνειρό της μετατρέπεται σε εφιάλτη. Είναι όμως αποφασισμένη να μην κάνει πίσω. Το πάθος της γίνεται έμμονη ιδέα. Πλέον είναι αποφασισμένη να επιτύχει την τέλεια ερμηνεία – με κάθε κόστος.

Ο Αρονόφσκι χρησιμοποιεί τον άκρως ανταγωνιστικό κόσμο του κλασσικού μπαλέτου ως σκηνικό για να φτιάξει ένα σκληρό, τολμηρό ψυχολογικό θρίλερ για τα όρια στα οποία μπορεί να φθάσει ο καλλιτέχνης αναζητώντας την τελειότητα., αλλά και για το βάρος της ενηλικίωσης και της απώλειας της αθωότητας. Και το κάνει με καθηλωτικό τρόπο. Η κάμερα του ακολουθεί την Πόρτμαν παντού και από κοντά. Και παίρνει από εκείνην μιαν ανεπανάληπτη ερμηνεία.

Με όλο της το μικροκαμωμένο σώμα και το εύθραυστο πρόσωπό της, η Πόρτμαν  ενσαρκώνει μοναδικά το ντροπαλό αθώο κορίτσι,  τον Λευκό Κύκνο, που παλεύει  να μετατραπεί στη δόλια και σαγηνευτική αντίζηλο, τον Μαύρο Κύκνο, που θα κλέψει την καρδιά του Πρίγκηπα.

Ανάμεσα σε παραισθήσεις, όνειρα και εφιάλτες, συνεχώς αναρωτιέσαι αν αυτό που βλέπεις συμβαίνει στ’αλήθεια ή όχι –για τίποτα δεν είσαι σίγουρος. Ο Αρονόφσκυ με δεξιοτεχνία πηδά από το μαύρο στο άσπρο, από την πραγματικότητα στη φαντασία και σε καθηλώνει – η τελευταία μισή περίπου ώρα είναι από τις πιο έντονες κινηματογραφικές εμπειρίες που έχω ζήσει..

Ο σκηνοθέτης είχε την τύχη (ή/και την ικανότητα) να διαλέξει εξαιρετικούς συνεργάτες. Η μουσική επένδυση  του Κλιντ Μάνσελ είναι μαγευτική. Σε συνδυασμό με την υπέροχη  φωτογραφία του Μάθιου Λίμπατικ, προσφέρουν σκηνές μοναδικής ομορφιάς, αλλά και αληθινού τρόμου.

Θα ξαναδώ τον Μαύρο Κύκνο σύντομα και τη βραδιά της απονομής των Όσκαρ, θα πανηγυρίσω όταν η  ‘Νίνα’ θα γνωρίσει την αναγνώριση που δικαιούται.

4/5

Υ.Γ1: Βλέποντας στην ταινία το προαύλιο του Lincoln Center, όπου στεγάζεται, μεταξύ άλλων, το NYC Ballet, κατάλαβα πόσο πολύ θέλω να το ξαναεπισκεφθώ και αυτή τη φορά να δω και μια παράσταση εκεί - αν είμαι πολύ τυχερός.

Υ.Γ2.: Tην ταινία την είδα στον κινηματογράφο ΚΗΦΙΣΙΑ 3, μια αίθουσα που αρχίζει να μου αρέσει πολύ. Είναι καινούργια, άνετη και ο κόσμος που πηγαίνει (τουλάχιστον στις προβολές που έχω τύχει) συμπεριφέρεται όπως πρέπει – όχι σα να βρίσκεται στο σαλόνι του σπιτιού του. Και αυτό πλέον το θεωρώ σημαντικό κριτήριο για την επιλογή της αίθουσας.

Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2011

Επιτρέψτε μου να συστηθώ.

Όταν ήμουν μικρός, ήθελα να γίνω ‘μπασκετμπωλίστας’ – αγαπούσα να παίζω ‘μονό’ με τις ώρες, αλλά δεν τα πήγαινα καλά με τις προπονήσεις – και με τη δόση ταλέντου που διέθετα, η προπόνηση – η πολλή προπόνηση – επιβαλλόταν.

Λίγο μετά, σκέφτηκα ότι θα μου άρεσε πολύ να γίνω ηθοποιός – λάτρευα τον κινηματογράφο και την τηλεόραση και με γοήτευε πολύ η ιδέα του να μοιάσω στα ‘αστέρια’ της εποχής. Οι πρώτες απόπειρες, όμως, στις σχολικές παραστάσεις ήταν αρκούντως αποτρεπτικές. Όχι, δεν είχε γεννηθεί  ακόμη ο νέος Μινωτής.

Πάνω-κάτω όταν πήγα στο γυμνάσιο, ανακάλυψα πραγματικά τι ήθελα να γίνω – για ποιο επάγγελμα είχα γεννηθεί. Δημοσιογράφος! Κατάλαβα πόσο πολύ ήθελα ν’αλλάξω τον κόσμο με μοναδικό όπλο την 'πένα' μου – άντε και μια γραφομηχανή.

Καλά καταλάβατε…Ούτε δημοσιογράφος έγινα, αν και η αλήθεια είναι ότι εδώ έφτασα πιο κοντά. Σπούδασα σε ιδιωτική σχολή δημοσιογραφίας (κατ’εφημισμόν ‘κολλέγιο’)και εξάσκησα το ‘λειτούργημα’ για λίγο - αφιλοκερδώς, βέβαια (όχι από δική μου επιλογή).

Σήμερα, είμαι μικρομεσαίο στέλεχος πολυεθνικής εταιρίας, προσπαθώντας να κάνω καλά μια δουλειά που δεν ονειρεύτηκα ποτέ, αλλά που πληρώνει τους (πολλούς) λογαριασμούς.

Πλέον το παράπονό μου είναι ότι έχω λίγο ελεύθερο χρόνο και πολλά πράγματα που μ'αρέσει να κάνω, να διαβάζω, να παρακολουθώ. Γι’ αυτά θα γράφω εδώ, και όλοι εσείς εκεί έξω (ναι, καλά - ο αδελφός μου έστω) είστε ευπρόσδεκτοι να σχολιάζετε. Ας ξεκινήσουμε.