Πέμπτη 28 Απριλίου 2011

Ο λύκος - η ιστορία ενός αληθινού κυνηγού

Τον Οκτώβριο του 2007, το ντεμπούτο ενός 28χρονου Λονδρέζου  έγινε το κύριο θέμα συζήτησης στην περίφημη έκθεση βιβλίου της Φρανκφούρτης. Ο λύκος του Τζόζεφ Σμιθ (εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Νοέμβριος 2009) είναι η σκληρή αλλά γοητευτική ιστορία ενός μοναχικού λύκου, που προσπαθεί να επιζήσει από έναν ασυνήθιστα βαρύ και μακρύ χειμώνα.

Ο Σμιθ επιλέγει να ορίσει τον ίδιο το λύκο ως αφηγητή – και στην ιδέα του αυτή χρωστά το βιβλίο μεγάλο μέρος της γοητείας του. Καθώς το χιόνι έχει σκεπάσει τα πάντα στο δάσος, ο τετράχρονος λύκος βρίσκεται στα όρια της λιμοκτονίας και αναζητά επειγόντως θήραμα. Έτσι, τον παρακολουθούμε -σαν τον ήρωα ενός video game- να τριγυρνά έχοντας ως μοναδική έννοια πως θα βρει το επόμενο θύμα του για να χορτάσει την πείνα του.

«Δεν υπάρχει άλλο ζωντανό πλάσμα εκτός από εμένα και μολονότι ο σβέρκος και τα πόδια μου είναι σφιγμένα από τη νευρικότητα, το παγερό τίποτα στο στομάχι μου με παρακινεί να συνεχίσω. Κάθε βήμα μου είναι βαρύ, λες και με έχουν βυθίσει στο νερό, είναι σαν να κολυμπάω μέσα στην ίδια μου τη λαχτάρα και να μην έχω άλλη επιλογή από το να φτάσω στην απέναντι όχθη και να σκαρφαλώσω στην ακτή.»

θα ξεγελάσει για λίγο την πείνα του μ’ένα λαγό κι ένα μικρό ελαφάκι, θα τα βάλει με ένα κοπάδι κοράκια, μέχρι που θ’αναγκασθεί να κατέβει στην πεδιάδα, όπου βρίσκεται το πλησιέστερο σπίτι, παρά το ότι  περιφρονεί  τα αδύναμα πρόβατα και απεχθάνεται την ανθρώπινη μυρωδιά. Παρ’όλα αυτά, δε κατορθώνει να χορτάσει την άγρια πείνα του κι αυτό αρχίζει να τον λυγίζει. Το δυνατό θηρίο, το αδίστακτο αρπακτικό φοβάται ότι η στέρηση θα τον αλλάξει, θα τον ‘μαλακώσει’.

«Δεν ήμουν ποτέ άλλοτε τόσο πεινασμένος, ή τόσο αδύναμος και παρότι έχω απόθεμα δύναμης, κάτι από μέσα μου βαθιά μού λέει ότι πρέπει να φάω γρήγορα και καλά. Αλλιώς θα γίνω κάτι άλλο, θα γίνω κάτι υποδεέστερο από ό,τι πρέπει να είμαι – μια αλλαγή σχεδόν ανεπανόρθωτη.»

 Και όταν μπροστά του εμφανίζεται ένα συγγενικό του ζώο, λιγότερο ρωμαλέο, αλλά πανέξυπνο, μια «μικροκαμωμένη, καστανοκόκκινη» αλεπού, θα εμπλακεί σε μια περίεργη σχέση, ένα παράξενο παιχνίδι εξουσίας που θ’αλλάξει δραματικά τη ζωή του.

Ο Σμιθ δε γράφει ένα βιβλίο τρόμου – αλλά ούτε εξωραιζει την εικόνα του λύκου. Τη μια στιγμή νιώθεις γι΄αυτόν αποστροφή, και την άλλη πιάνεις τον εαυτό σου να τον κοιτάζει με –έστω, κάποια- συμπάθεια.

Τα ζώα επικοινωνούν – όχι με τη φωνή, αλλά με τα βλέμματα. Ο κόσμος ιδωμένος από τα μάτια τους είναι σκληρός, αλλά παράδοξα ρεαλιστικός. Η ιδέα του συγγραφέα λειτουργεί – το βιβλίο δεν ήθελα να το αφήσω από τα χέρια μου, μέχρι τη σκηνή στη σπηλιά που τραβά λίγο περισσότερο απ’όσο θα προτιμούσα. Το δυνατό τέλος όμως με αποζημίωσε.

Το περασμένο καλοκαίρι ο Σμιθ κυκλοφόρησε τη δεύτερη νουβέλα του με ήρωα αυτήν τη φορά έναν ταύρο – ας ελπίσουμε ότι δε θα εξαντλήσει το αδιαμφισβήτητο ταλέντο του στο ζωικό βασίλειο χωρίς να καταπιαστεί με το πιο άγριο των ζώων...

***


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου